Αυτό που συμβαίνει με την Πριγκιπέσσα είναι πρωτόγνωρο. Δεν είναι δα και ό,τι πιο συνηθισμένο το τραγούδι ενός σύγχρονου δημιουργού underground ιδιοσυγκρασίας να ακούγεται κάθε βράδυ σε κάθε νυχτερινό μαγαζί της επικράτειας
Μια Πριγκιπέσσα που πάει παντού
Η πρωτοφανής δισκογραφική άνθιση του τραγουδιού του Σωκράτη Μάλαμα
Οι πολλαπλές επανεκτελέσεις δημοφιλών τραγουδιών δεν είναι βέβαια καινούργιο φαινόμενο στην ελληνική δισκογραφία. Το συναντάμε ήδη από τα προπολεμικά χρόνια. Π.χ. το τραγούδι Οι λαχανάδες (Κάτω στα λεμονάδικα) του Βαγγέλη Παπάζογλου, που είναι ένα από τα πιο πολυηχογραφημένα τραγούδια στην ιστορία, μόνο το 1934 γνωρίζει τέσσερις διαφορετικές εκτελέσεις: δύο για την Columbia- His Masters Voice, με τη Ρόζα Εσκενάζυ και τον Στελλάκη Περπινιάδη, και άλλες δύο για την Odeon-Parlophone, με τον Κώστα Ρούκουνα και την Κατίνα Χωματιανού. Επίσης, άλλη μία τον επόμενο χρόνο με την Εστουδιαντίνα Τα Πολιτάκια, η οποία έγινε για λογαριασμό της Orthofonic στη Νέα Υόρκη.
Όμως οι συνθήκες τότε ήταν εμφανώς διαφορετικές με τις σημερινές της κρίσης. Εκείνα τα χρόνια, το προϊόν του δίσκου ήταν καινούργιο και ως εκ τούτου στη φάση του πειραματισμού. Διότι, εκτός της «παραδοσιακής» αντιπαλότητας μεταξύ Columbia και Odeon, που στην πράξη σήμαινε πως όποιο τραγούδι έβγαινε με τη μία ετικέτα έπρεπε –σχεδόν υποχρεωτικά να κυκλοφορήσει, σε διαφορετική εκτέλεση, κι από την άλλη, η δισκογραφική βιομηχανία έψαχνε τρόπους για να βρει και να ομαδοποιήσει το κοινό, όπως επίσης και να καταγράψει τα συγκεκριμένα γούστα του σε κάθε μουσικό είδος. Εφόσον όμως η τραγουδιστική παραγωγή δεν αριθμούσε χιλιάδες τίτλους, όπως σήμερα, είχαμε τα πειράματα με τους Λαχανάδες, όπως και πολλά άλλα τραγούδια, με τις αλλεπάλληλες επανεκτελέσεις τους.
Η «υπόγεια» δύναμη
Αυτό όμως που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την Πριγκιπέσσα του Σωκράτη Μάλαμα είναι πρωτόγνωρο. Γιατί δεν είναι δα και ό,τι πιο συνηθισμένο το τραγούδι ενός σύγχρονου δημιουργού, ο οποίος είναι μεν αναγνωρίσιμος και δημοφιλής, κατ’ ουσίαν όμως παραμένει underground ιδιοσυγκρασίας, να ακούγεται κάθε βράδυ σε κάθε νυχτερινό μαγαζί της ελληνικής επικράτειας, από τις πιο αυστηρές «έντεχνες» μουσικές σκηνές της Αθήνας μέχρι το τελευταίο επαρχιακό σκυλάδικο. Και επιπροσθέτως, να έχει καταγραφεί στη δισκογραφία μέσα από διαδοχικές επανεκτελέσεις, που όλες –κάτι επίσης εντυπωσιακό έγιναν κατά το διάστημα της τριετίας 2006-2009. Αυτή τη στιγμή η Πριγκιπέσσα κυκλοφορεί ταυτόχρονα σε τουλάχιστον δέκα διαφορετικές δισκογραφικές εκδοχές (με τη σιγουριά μάλιστα ότι μου έχουν διαφύγει κάποιες επιπλέον), γεγονός που, αν δεν κάνω λάθος, ουδέποτε έχει συμβεί στο παρελθόν με άλλο τραγούδι. Χωρίς φυσικά να συνυπολογίζω τις εκτελέσεις που μπορεί κανείς να βρει στο διαδίκτυο –σε βιντεάκια του τύπου YouTube από καλλιτέχνες (Γλυκερία, Ματθαίος Γιαννούλης κ.ά.) οι οποίοι δεν συμπεριέλαβαν το εν λόγω τραγούδι σε κάποιο δίσκο τους ως τώρα, το διατηρούν όμως σταθερά στο ρεπερτόριό τους, όπου και αν εμφανίζονται ζωντανά.
Έχουμε και λέμε
Εκτός λοιπόν της πρώτης εκτέλεσης (η οποία περιλαμβάνεται στο δίσκο του Σωκράτη Μάλαμα Ο Φύλακας Κι Ο Βασιλιάς, που κυκλοφόρησε το 2000), μπορεί κανείς να βρει την Πριγκηπέσσα στις παρακάτω στούντιο ηχογραφήσεις:
-με τον Μανώλη Λιδάκη, στο δίσκο Αυστηρώς Λαϊκόν (2006)
-με τον Μπάμπη Τσέρτο, στο δίσκο Το Μονοπάτι (2006)
-με την Πίτσα Παπαδοπούλου, στο δίσκο Όσα Αγαπώ (2006)
-με τη Μελίνα Ασλανίδου, στο δίσκο Στο Δρόμο (2009)
-με τον Βασίλη Καρρά, στο δίσκο Όπως Παλιά (2009).
Για την περίπτωση που κάποιος προτιμάει τις ζωντανές ηχογραφήσεις (και εκτός της επανεκτέλεσης του τραγουδιού από τον ίδιο τον Μάλαμα στο δίσκο Live Στο Λυκαβηττό, 2007), υπάρχουν οι εξής εναλλακτικές λύσεις:
-με τον Μπάμπη Στόκα, στο δίσκο Τραγουδήστε, μη ντρέπεστε (2008)
-με την Ελένη Βιτάλη, στο δίσκο Ζωντανό Κύτταρο (2009).
Αν μάλιστα όλες οι παραπάνω εκδοχές δεν σας ικανοποιούν και θέλετε κάτι πιο δραστικό, ενδεχομένως να σας ενδιαφέρει ο «άρχοντας του κάμπου», ο –κατοικοεδρεύων στα cult μαγαζιά μεταξύ Καρδίτσας και Τρικάλων Μίμης Γκιουλέκας, ο οποίος στο δίσκο του Μια βραδιά Στις Δέκα Εντολές (2007) επίσης συμπεριέλαβε την Πριγκιπέσσα.
Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει, πατέρα;
Προς τι όμως όλος αυτός ο πανικός; Σαν να λέμε, ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο ήταν η Πριγκιπέσσα εκείνη που μπήκε στα χείλη όλων τα τελευταία χρόνια και όχι κάποιο άλλο τραγούδι; Ιδού ένα ερώτημα που χρήζει απάντησης. Μη βιαστείτε να απαντήσετε «εξ αιτίας του ρυθμού της», πως είναι δηλαδή τσιφτετέλι, άρα είναι εύκολο να «εκμαυλίσει» τα πλήθη και να τα σηκώσει στην πίστα. Ο ρυθμός του τσιφτετελιού ήταν όντως εκείνος που έβγαλε τεράστια σουξέ τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια: Πότε Βούδας πότε Κούδας (Πέτρος Βαγιόπουλος - Μανώλης Ρασούλης), Βάλε το κόκκινο φουστάνι (Σταύρος Κουγιουμτζής - Κώστας Κινδύνης), Μία είναι η ουσία (Χρήστος Νικολόπουλος - Λευτέρης Χαψιάδης), Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο (Γιάννης Σπανός - Τασούλα Θωμαΐδου) κ.ά., υπό τους ήχους των οποίων λικνίστηκαν εκατομμύρια Έλληνες Η ρυθμική αγωγή όμως του τραγουδιού του Μάλαμα είναι κατά πολύ πιο αργή των υπολοίπων που ανέφερα, κάτι που του δίνει ένα ράθυμο (και ως εκ τούτου πιο μοναχικό) χαρακτήρα, ακόμα και τη στιγμή του χορού. Αν μάλιστα συνυπολογίσω τον εξομολογητικό τρόπο που εκφέρονται σε πρώτο πρόσωπο οι στίχοι, θα μπορούσα άνετα να υποστηρίξω πως η Πριγκιπέσσα είναι ένα τσιφτετέλι με ψυχολογία βαριού ζεϊμπέκικου. Για να είμαστε πάντως σοβαροί, υπάρχουν πολλοί αδιόρατοι παράγοντες που καθορίζουν ποιο τραγούδι γίνεται επιτυχία και ποιο όχι· κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως κατέχει το μυστικό. Κάτι που σημαίνει πως οποιαδήποτε λογικοφανή εξήγηση κι αν δώσουμε στο φαινόμενο, ποτέ δεν θα είμαστε 100% σίγουροι για το ορθόν των ισχυρισμών μας.
«Αφιερώνουμε τη νίκη στον υπέροχο λαό μας»
Ένα πράγμα που μου έκανε μεγάλη εντύπωση όταν έψαχνα στοιχεία στο διαδίκτυο για το παρόν άρθρο είναι πως εκείνοι που δυσανασχετούν –και μάλιστα εμφανώς, αν μπείτε σε σχετικά blogs θα το δείτε με τη μεγάλη επιτυχία της Πριγκιπέσσας είναι αρκετά άτομα από το στενό πυρήνα των ακροατών του Μάλαμα. Θεωρούν προδοσία το να αγγίζει ο Βασίλης Καρράς π.χ. ένα τραγούδι «του Σωκράτη», και μάλιστα με τη συγκατάθεση του τελευταίου. Ο οποίος, εδώ που τα λέμε, δεν είχε κανένα λόγο βεβαίως για να αρνηθεί ένα τέτοιο αίτημα, όσο και αν κάτι τέτοιο πληγώνει κάποιους οπαδούς του. Που (και δεν το εστιάζω φυσικά μόνο στους φαν του Μάλαμα, αλλά και αρκετών ακόμα τραγουδοποιών), έχοντας αποκτήσει μια ιδιάζουσα –και σίγουρα στην αρμοδιότητα της ψυχοπαθολογίας «συνιδιοκτησιακή» σχέση με το δημιουργικό έργο του ειδώλου τους αισθάνονται ενδεχομένως πως δικαιούνται να θέτουν τους όρους για τα πλαίσια και τους χώρους όπου μπορεί να κινηθεί το έργο. Τηρουμένων των αναλογιών δηλαδή, περίπου όπως σκέφτονται οι οπαδοί του Ολυμπιακού για την ομάδα τους. Αυτό όμως, ειδικά στις συνθήκες της σημερινής, «περίεργης» πνευματικής συγκυρίας, είναι θέμα για μια άλλη συζήτηση, που πρέπει κάποια στιγμή πάντως να γίνει.
διφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου